Κυπριακό

Η δική μας ερμηνεία για το Κυπριακό και τη σχέση του με τα κοινωνικά και πολιτικά αδιέξοδα.

1.    Η αναγκαιότητα της λύσης και η πολιτική ισότητα
Το Κυπριακό έχει συμπληρώσει ήδη τα 60 χρόνια ζωής ως διακοινοτική αντιπαράθεση, ενώ επιβαρύνεται ακόμα περισσότερο εδώ και μισό περίπου αιώνα με τη στρατιωτική, πολιτική και πληθυσμιακή παρουσία της Τουρκίας στη βόρεια Κύπρο.

Ως πολιτικός χώρος θεωρούμε πως χωρίς τη λύση του Κυπριακού και την εναρμόνιση των σχέσεων ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες κοινότητες της χώρας, το μέλλον του κυπριακού λαού στο σύνολό του είναι αβέβαιο και εγκυμονεί σημαντικούς κινδύνους. Σε αντίθεση με τις ατεκμηρίωτες προσεγγίσεις που προβλέπουν τριβές και επιπλέον προβλήματα σε περίπτωση λύσης, το κόμμα μας υπογραμμίζει την επικινδυνότητα του διχοτομικού status quo και της στρατιωτικοποίησης που μπορεί ανά πάσα στιγμή να οδηγήσει σε ανάφλεξη. Επιπλέον, η στασιμότητα στο Κυπριακό επιτρέπει σταδιακά τη συζήτηση ιδεών που οδηγούν είτε σε δύο αναγνωρισμένα κράτη στο νησί, ή και στην προσάρτηση του βόρειου μέρους του στην Τουρκία. Σε κάθε περίπτωση, η αυξανόμενη ενσωμάτωση των περιοχών που ελέγχονται από την Τουρκία στη δική της πραγματικότητα δημιουργεί εκ των πραγμάτων συνθήκες άνισου και ανεξέλεγκτου ανταγωνισμού, τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Βαρύ είναι και το πλήγμα που δέχεται η πολιτική αυτονομία, ο δημογραφικός αλλά και ο πολιτισμικός χαρακτήρας της τουρκοκυπριακής κοινότητας, η οποία υπόκειται στον ασφυκτικό έλεγχο της Άγκυρας και σε θεσμικές παρεμβάσεις που στοχεύουν στον περιορισμό της κοινοτικής έκφρασης και βούλησης των συμπατριωτών μας.

Η λύση του Κυπριακού είναι μια ζωτική αναγκαιότητα, αλλά την ίδια στιγμή και ένα χρέος προς τις επόμενες γενιές αφού αποτελεί ζήτημα επιβίωσης και συνέχειας, τόσο για την Κυπριακή Δημοκρατία, όσο και για τον κάθε πολίτη της ξεχωριστά. Στη δική μας αντίληψη, το πρόβλημα δεν μπορεί να προσεγγισθεί ικανοποιητικά χωρίς την αντικειμενική ανάλυση των συνθηκών που το δημιούργησαν και το καθιστούν δυσεπίλυτο. Η δική μας ερμηνεία του Κυπριακού είναι πως η άρνηση του ισότιμου ρόλου των Τουρκοκυπρίων στην κοινή μας πατρίδα, αλλά και η αποφυγή της οικοδόμησης μιας συμπεριληπτικής πολιτειακής ταυτότητας, με κύριο άξονα τον δικοινοτισμό, έχουν οδηγήσει στην εθνοτική σύγκρουση και στην εμπλοκή των εγγυητριών χωρών και των μεγάλων δυνάμεων. Η ελληνοκυπριακή πλευρά, ως η μεγαλύτερη κοινότητα και ασκώντας μονομερώς το καθήκον της αντιπροσώπευσης της Κυπριακής Δημοκρατίας από το 1964, όφειλε και οφείλει με τις διακηρύξεις και τις πράξεις της να ενισχύει το αίσθημα ασφάλειας και αποδοχής τόσο των Τουρκοκυπρίων όσο και των υπόλοιπων κοινοτήτων του νησιού μας, δείχνοντας τη θέληση να ξεπεραστούν με ένα ειλικρινή διάλογο τα ζητήματα καχυποψίας και ρεβανσισμού που συσσωρεύθηκαν όλες αυτές τις δεκαετίες.

Το κόμμα μας έχει την έντονη άποψη πως το κλειδί για την αναστροφή του κλίματος και της πορείας προς την οριστική διχοτόμηση είναι η χωρίς προϋποθέσεις και ανταλλάγματα αναγνώριση της πολιτικής ισότητας της τουρκοκυπριακής κοινότητας, και η εφαρμογή της με ένα αποτελεσματικό και λειτουργικό τρόπο σε ένα ομοσπονδιακό πλαίσιο. Ο χώρος μας δεν υιοθετεί τις απόψεις που περιορίζουν τη συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων στις αποφάσεις που αφορούν μόνο τα δικά τους ζωτικά συμφέροντα, ή που απορρίπτουν εκ προοιμίου την πρόταση για μία τουλάχιστον θετική τουρκοκυπριακή ψήφο στα διάφορα επίπεδα διακυβέρνησης. Τασσόμαστε, συνεπώς, με αποφασιστικότητα υπέρ μιας εντατικής διαπραγμάτευσης ανάμεσα στις πολιτικές αρχές των δύο κοινοτήτων, εντός ενός συγκεκριμένου χρονικού ορίζοντα, για να επιτευχθεί μια συνολική συμφωνία που να ικανοποιεί αμφότερες τις πλευρές και να αντιμετωπίζει τις ανησυχίες τους.

2.    Το κόστος της διαίρεσης και τα οφέλη της επανένωσης

Θεωρούμε πως το Κυπριακό δεν είναι και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα ξεχωριστό ή παράλληλο ζήτημα σε σχέση με τα υπόλοιπα μεγάλα προβλήματα της κοινωνίας, αλλά ως μια δομική αναπηρία που διαμορφώνει με τη σειρά της επιπλέον επιζήμιες νοοτροπίες και πρακτικές. Η διαφθορά, η έλλειψη λογοδοσίας και διαφάνειας, η καθυστέρηση στον εκδημοκρατισμό της κοινωνίας και των θεσμών, η καθήλωση του εκπαιδευτικού συστήματος στα πρότυπα περασμένων δεκαετιών, αλλά και μια σειρά από σημαντικά ζητήματα που απασχολούν τους πολίτες όπως το κυκλοφοριακό στη μοιρασμένη Λευκωσία, η διαχείριση της παράτυπης μετανάστευσης, η ίση κατανομή βαρών και η προστασία του οικοσυστήματος απέναντι στην αυθαίρετη ανάπτυξη, είναι συνυφασμένα με την εδραίωση του απαράδεκτου status quo. Η λύση θα επιτρέψει στους πολίτες και τις πολιτειακές αρχές στις δύο κοινότητες να επικεντρωθούν στις απαιτήσεις και τις ανάγκες της εποχής μας, χωρίς τον βραχνά του Κυπριακού και τα εμπόδια που τίθενται στην ολική αντιμετώπισή τους.  

Έχουμε την πεποίθηση πως η επίλυση του μεγάλου μας προβλήματος θα πρέπει να έχει ένα ευρωπαϊκό και εκσυγχρονιστικό χαρακτήρα, ώστε να δημιουργεί συνθήκες ασφάλειας, οικονομικής ανάπτυξης και σταθερότητας, να ανοίγει καινούριες εμπορικές και επενδυτικές προοπτικές δημιουργώντας νέες και σημαντικές θέσεις εργασίας, και ταυτόχρονα να επιτρέπει τον σχεδιασμό μιας ενιαίας περιβαλλοντικής στρατηγικής. Σύμφωνα με έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας (2016), τα εισοδήματα στην Κύπρο θα αυξηθούν δυνητικά κατά 7% κατά την πρώτη δεκαετία της εφαρμογής της λύσης, ενώ το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν θα μπορούσε να σημειώσει μια αύξηση της τάξης του 3.5% για την ελληνοκυπριακή οικονομία, και 12% για την αντίστοιχη τουρκοκυπριακή. Στις ίδιες μελέτες υπογραμμίζεται η προοπτική ξένων επενδύσεων ύψους αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ, στους τομείς της ναυτιλίας, των κατασκευών, των υδάτων, των μεταφορών και της ενέργειας. Στον αντίποδα, η Παγκόσμια Τράπεζα υποδεικνύει πως η διαιώνιση της διαίρεσης δεν επιτρέπει τη στρατηγική τοποθέτηση ολόκληρου του νησιού στην περιοχή, δημιουργεί περιορισμούς στην αξιοποίηση πόρων αλλά και στην παραγωγή και την παροχή υπηρεσιών, λόγω του μικρού μεγέθους των δύο οικονομιών. Επιπλέον, η διαφορά στο κατά κεφαλήν εισόδημα ανάμεσα στους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους μεγαλώνει με την πάροδο του χρόνου χωρίς διευθέτηση του προβλήματος, με αποτέλεσμα να χρειάζονται περισσότερα χρόνια για να επιτευχθεί η αναγκαία σύγκλιση μετά τη λύση.

Η ελεύθερη διακίνηση, εγκατάσταση και επιχειρηματικότητα, η επίλυση του περιουσιακού και η συνεργασία ανάμεσα στις δύο κοινότητες σε κοινούς δημοσιονομικούς στόχους, στον ιατρικό τομέα, την ακαδημαϊκή έρευνα και την πολιτιστική δημιουργία,  θα ενδυναμώσουν τη χώρα μας και θα ενισχύσουν το βιοτικό επίπεδο όλων των πολιτών. Μεγάλα θα είναι και τα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη σε περίπτωση λύσης από την κατακόρυφη μείωση των αμυντικών δαπανών και των εξοπλιστικών προγραμμάτων, καθώς και με την κατάργηση της υποχρεωτικής στράτευσης και της υπηρεσίας σε εφεδρικά στρατιωτικά σώματα. Παράλληλα, το παράδειγμα της επίλυσης ενός παγιωμένου προβλήματος θα ανεβάσει την Κύπρο ψηλότερα στις συνειδήσεις της Παγκόσμιας Κοινότητας και θα αναβαθμίσει το ρόλο και την αξία της, ιδιαίτερα στην Ευρώπη αλλά και την Ανατολική Μεσόγειο.

3.    Δικοινοτισμός και Ευρωπαϊσμός

H ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί αυταπόδεικτα το βασικό εργαλείο για το χτίσιμο ενός κοινού μέλλοντος ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Με άλυτο το Κυπριακό, οι δυνατότητες της χώρας μας ως κράτους-μέλους περιορίζονται σημαντικά, η οικονομία και ο γενικότερος παραγωγικός τομέας του νησιού παραμένουν σε επίπεδα που δεν επηρεάζουν τις Ευρωπαϊκές πολιτικές, ενώ την ίδια ώρα προκαλούν προβλήματα στη λειτουργία και στη μακρόπνοη στρατηγική της Ένωσης. Το κόμμα μας είναι υπέρ της εμβάθυνσης των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών στη χώρα μας, εκτιμώντας πως επιδρούν θετικά στην εμπέδωση μιας σύγχρονης και φιλελεύθερης  νοοτροπίας. Η επανενωμένη Κύπρος μπορεί επιπρόσθετα να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να διευκολύνει τις σχέσεις της Ευρώπης με την Τουρκία, και να επιτρέψει στους εταίρους μας να αναλάβουν ένα πιο καθοριστικό ρόλο στη Μέση Ανατολή και τη γύρω περιοχή.

Παρατηρούμε πως αρνητικό ρόλο απέναντι στην προοπτική της ενωμένης, ευρωπαϊκής και πολυπολιτισμικής Κύπρου διαδραματίζουν η δημόσια εκπαίδευση, τα  ιστορικά αφηγήματα που επικρατούν, και ιδιαίτερα ο διχοτομικός, εθνικιστικός και αντιευρωπαϊκός λόγος που υιοθετείται και διαχέεται στην κοινωνία. Το κόμμα μας υποστηρίζει μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που να στοχεύει στην καλλιέργεια κοσμικής, ειρηνικής και δημοκρατικής κουλτούρας, με έμφαση στην αποδοχή και τη συνεργασία. Έχουμε την πεποίθηση πως ο ιδεολογικός φανατισμός στο εσωτερικό της κάθε κοινότητας, καθώς και η ανάπτυξη της μισαλλοδοξίας ανάμεσα σε Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους έχουν συντείνει στη μοιρολατρική προσέγγιση του Κυπριακού και στον συμβιβασμό με τη διαίρεση. Η δική μας ιδεολογία και πολιτική επιλογή είναι η μετριοπάθεια και ο ορθολογισμός, ο Δικοινοτισμός και ο Ευρωπαϊσμός. Αγωνιζόμαστε για την κυπριακή και την ευρωπαϊκή ομοσπονδοποίηση και ολοκλήρωση, για ένα διάφανο κράτος δικαίου, διαχωρισμένου πλήρως από την Εκκλησία, που προάγει την επιχειρηματικότητα, την πράσινη, τεχνολογική και κοινωνική ανάπτυξη, την πολιτιστική κληρονομιά και την καλλιτεχνική δημιουργία, την ισοτιμία, τις ελευθερίες, τα ανθρώπινα και τα εργασιακά δικαιώματα. 

4.    Ο συμβιβασμός του πολιτικού συστήματος με το status quo

Παρά τις Συμφωνίες Κορυφής του 1977 και του 1979 ανάμεσα στους ηγέτες των δύο κοινοτήτων, και οι οποίες έθεσαν την ομοσπονδιακή μορφή πολιτεύματος ως τη βάση λύσης του Κυπριακού, οι πολίτες δεν έχουν ενημερωθεί επαρκώς για τις πρόνοιες της θεμελιακής αυτής συμφωνίας και βρίσκονται επακόλουθα εκτεθειμένοι σε υποκειμενικές, και εν πολλοίς υστερόβουλες ερμηνείες και αξιολογήσεις. Εκτιμούμε πως πίσω από τη δαιμονοποίηση της λύσης Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας εξακολουθεί να βρίσκεται η ιδέα της «Ελληνικής Κύπρου», ο ανταγωνισμός του ελληνικού έθνους με το τουρκικό και η αντιμετώπιση των Τουρκοκυπρίων ως μιας μειονότητας χωρίς ίσα με τους Ελληνοκύπριους δικαιώματα τόσο στη διακυβέρνηση του κράτους όσο και στους πολιτειακούς θεσμούς. Αυτή η ιδεολογική προσέγγιση οδηγεί αναπόφευκτα σε μια συστημική διγλωσσία κατά την οποία εκφράζεται επίσημα η πρόθεση για λύση στη βάση των συμφωνιών, ενώ στην πράξη επικρατεί ο συμβιβασμός με τη διαίρεση ως μιας δήθεν «ανεπιθύμητης αλλά αναγκαίας υπό τις περιστάσεις επιλογής».

Κρίνουμε γενικότερα πως η παρούσα κατάσταση πραγμάτων γίνεται αποδεκτή ως «η δεύτερη καλύτερη λύση» γιατί, σύμφωνα με τις αντιλήψεις που επικρατούν, διασφαλίζει την «ελληνικότητα» τουλάχιστον της μισής Κύπρου ενώ συνεχίζει να αναγνωρίζει την ελληνοκυπριακή ηγεσία ως τη μόνη νόμιμη αρχή στο νησί. Ουσιαστικά, το ελληνοκυπριακό πολιτικό σύστημα δείχνει να αποδέχεται την άσκηση ελέγχου από μέρος του σε μια περιορισμένη γεωγραφική επικράτεια, με αντάλλαγμα την απόλυτη κυριαρχία του επί της εσωτερικής και της εξωτερικής αντιπροσώπευσης, στελέχωσης και ευρύτερης λειτουργίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ένα απτό παράδειγμα διαπλοκής και αδιαφάνειας, που έχει άμεση σχέση με τη μη επίλυση του Κυπριακού, είναι ο προσωρινός διαμοιρασμός των τουρκοκυπριακών περιουσιών. Σύμφωνα με πληθώρα ενδείξεων, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των πολιτών και των επιχειρήσεων που διαχειρίζονται τις εν λόγω περιουσίες δεν εμπίπτουν στα κριτήρια που έχουν τεθεί εξ αρχής.

Το Volt προτείνει τη δημοσιοποίηση του σχετικού μητρώου και την απαρέγκλιτη εφαρμογή των νόμων και των κανονισμών που αφορούν στο σημαντικό αυτό ζήτημα. Στη δική μας αντίληψη, η νομή της εξουσίας και η εξυπηρέτηση πολιτικών και οικονομικών σκοπιμοτήτων τίθενται στις πλείστες περιπτώσεις ως προτεραιότητα του κομματικού συστήματος, με την ομαλοποίηση, την επανένωση και την αποστρατικοποίηση να περνούν σε δεύτερη και τρίτη μοίρα. Κατά συνέπεια, εκτιμούμε πως η μη προετοιμασία της κοινωνίας για την ομοσπονδιακή προοπτική, η αποθάρρυνσή της από τον στόχο της επιστροφής και της ανάκτησης των περιουσιών, καθώς και η απάθεια ή και ο εξτρεμισμός που παρατηρούνται σε σχέση με το Κυπριακό, είναι φαινόμενα που έχουν τη ρίζα τους σε πολιτικές επιλογές που δεν έχουν ληφθεί με γνώμονα το κοινό συμφέρον.

Σε αντίθεση με την απροθυμία της ηγεσίας να διακινδυνεύσει τα κεκτημένα της, οι απλοί πολίτες δείχνουν σε μια σειρά από έρευνες κοινής γνώμης να αντιμετωπίζουν με προβληματισμό τη μονιμοποίηση της διχοτόμησης και την de facto λύση των δύο κρατών. Το κόμμα μας δεν φιλοδοξεί να αποτελέσει μέρος της πολιτικής παράδοσης που συμβιβάζεται με τα τετελεσμένα, ή που θεωρεί πως η ελληνοκυπριακή πλευρά έχει εξαντλήσει τα περιθώρια των δικών της κινήσεων στο Κυπριακό. Εκλαμβάνουμε ως δημοκρατική και πατριωτική μας υποχρέωση την τεκμηριωμένη κριτική απέναντι στις εδραιωμένες αντιλήψεις και τις πολιτικές που τις συνοδεύουν, χωρίς να αποφεύγουμε τις ευθύνες μας για παραγωγή θέσεων που να απαντούν σε όλα τα υπόλοιπα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Θέλουμε να συμβάλουμε στην ενημέρωση των πολιτών για τις πρόνοιες της ομοσπονδίας σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο, καθώς και για τους κινδύνους της κατάστασης που επικρατεί, αλλά και να προτείνουμε παράλληλα ένα συνολικό πρόγραμμα που να αφορά τον ριζικό μετασχηματισμό του πολιτικού μας συστήματος και τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας και των θεσμών.

5.    Οι ιστορικές ευθύνες και το «δίκαιο της ανάγκης»

Για το κόμμα μας είναι σαφές ότι η νεοσύστατη Κυπριακή Δημοκρατία δεν αγκαλιάστηκε από τους πολίτες της. Το πραξικόπημα της ελληνικής Χούντας και η τουρκική εισβολή του 1974, ήταν αποτέλεσμα μιας σειράς διεργασιών και στάσεων που δεν άφηναν χώρο σε ισοζυγισμένες και συμπεριληπτικές προσεγγίσεις. Η μεγαλύτερη κοινότητα του νησιού δεν προσμέτρησε σωστά τις συνθήκες και τα όρια των διεκδικήσεων στα πλαίσια της αποαποικιοποίησης, και δεν αντιμετώπισε με ρεαλισμό τις προτάσεις για μια ομαλή μετάβαση στην Ανεξαρτησία. Η ελληνοκυπριακή πλευρά είχε συγχρόνως υποτιμήσει τα δικαιώματα και τον ρόλο των Τουρκοκυπρίων, περιφρόνησε το δημοκρατικό και πατριωτικό τους φρόνημα και τους είχε στοχοποιήσει και περιθωριοποιήσει με όλα τα διαθέσιμα μέσα, αδυνατώντας να κατανοήσει πως τα ζωτικά συμφέροντα της μιας κοινότητας είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τα αντίστοιχα συμφέροντα της άλλης.

Από τις διακοινοτικές ταραχές του 1964 και την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από τη διακυβέρνηση της χώρας, το ελληνοκυπριακό πολιτικό σύστημα επικαλείται ένα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του «δίκαιο της ανάγκης», που εμποδίζει τη συμμετοχή της τουρκοκυπριακής κοινότητας στους πολιτειακούς θεσμούς. Ως αποτέλεσμα, τόσο οι εκάστοτε Προέδροι της Κυπριακής Δημοκρατίας, όσο και η Βουλή των Αντιπροσώπων και τα κόμματα,  έχουν αποκτήσει δυσανάλογα προνόμια και τεράστια πολιτική ισχύ που δεν επιθυμούν να απωλέσουν. Γίνεται έτσι απόλυτα εμφανές σε εμάς πως οι αξίες που κουβαλά το κομματικό μας σύστημα δεν του επιτρέπουν να προχωρήσει σε τολμηρά βήματα για λύση του Κυπριακού. Διατηρούμε, επακόλουθα, πολλές και τεκμηριωμένες επιφυλάξεις για την παρακαταθήκη των ιστορικών ηγεσιών και των παραδοσιακών πολιτικών ρευμάτων του τόπου μας, και αμφισβητούμε τα επίσημα ή και τα παραταξιακά αφηγήματα που μετατοπίζουν κατά το δοκούν τα αίτια της κακοδαιμονίας της Κύπρου, συσκοτίζουν τα ιστορικά συμπεράσματα και αποφεύγουν την αυτοκριτική για τα αίτια της διχοτόμησης.

Το κόμμα μας υιοθετεί την πρόταση για σύσταση «Επιτροπής Αλήθειας», στα πρότυπα ανάλογων επιτροπών αλήθειας και συμφιλίωσης σε άλλες χώρες με προβλήματα εσωτερικών συγκρούσεων, και με στόχο την αντικειμενική αποτύπωση των συνθηκών και των επιλογών που οδήγησαν στην παρούσα απαράδεκτη κατάσταση πραγμάτων. Τασσόμαστε συγχρόνως ανεπιφύλακτα υπέρ της λύσης και της επανένωσης γιατί, μεταξύ άλλων, θα απαιτείται να εφαρμοστούν σημαντικά στοιχεία εξισορρόπησης, διαμοιρασμού και ελέγχου των εξουσιών, τα οποία έχουν εξουδετερωθεί με την εφαρμογή του «δικαίου της ανάγκης» και τη de facto μετατροπή του δικοινοτικού πολιτεύματος σε μονοκοινοτικό. Επιπλέον, συζητούμε ιδέες για μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τον έλεγχο των δομών της εξουσίας ή και που προτείνουν διαφορετικές προσεγγίσεις σε ό,τι αφορά τη μορφή του πολιτεύματος της ελληνοκυπριακής κοινότητας.

6.     Η επαναπροσέγγιση των δύο κοινοτήτων και η επόμενη μέρα
Έχουν συμπληρωθεί είκοσι χρόνια από τη διάνοιξη των πρώτων οδοφραγμάτων, και τις θετικές επιπτώσεις που επέφερε αυτή η εξέλιξη στην επαναπροσέγγιση και την επικοινωνία των πολιτών από τις δύο κοινότητες. Η ελευθερία της διακίνησης μεταξύ των δύο περιοχών, έστω και με τις συνθήκες και τους όρους που γίνεται έκτοτε επιτρεπτή, ήταν αποτέλεσμα της μαζικής πολιτικοκοινωνικής διαμαρτυρίας των Τουρκοκυπρίων που προκάλεσε και την πτώση του ιστορικού ηγέτη της κοινότητας. Στη δική μας αντίληψη, το βασικό κίνητρο για αυτό το σημαντικό γεγονός που επιχείρησε να ανατρέψει τις πολιτικές απομόνωσης και εξάρτησης της τουρκοκυπριακής κοινότητας, ήταν η προοπτική ένταξης ολόκληρης της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε συνδυασμό με την πολιτική καταπίεση και την κακή οικονομική κατάσταση των Τουρκοκύπριων πολιτών. Δυστυχώς, την ίδια στιγμή, η ελληνοκυπριακή κοινότητα ακολουθούσε μια αντίθετη πορεία που οδήγησε στην απόρριψη του σχεδίου των Ηνωμένων Εθνών το 2004 με ένα συντριπτικό ποσοστό, και στην ένταξη μόνο της μιας κοινότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Παρά τις δυσμενείς συνθήκες, την απογοήτευση από τις επαναλαμβανόμενες διαπραγματευτικές αποτυχίες αλλά και τα εμπόδια που συνεχίζουν να τίθενται στην επαναπροσέγγιση των δύο κοινοτήτων, το δικοινοτικό κίνημα της επανένωσης χρησιμοποιεί σε ένα αρκετά ικανοποιητικό βαθμό τα ανοικτά οδοφράγματα και έχει πυκνώσει σημαντικά τις κοινές του δράσεις και εκδηλώσεις. Οι αντικειμενικές συνθήκες ωθούν παράλληλα τους πολίτες των δύο κοινοτήτων να «περνούν απέναντι» και να εκμεταλλεύονται τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται από τις αποκλίσεις των δύο οικονομιών, είτε αυτές αφορούν αγορά αγαθών και υπηρεσιών, εξεύρεση εργασίας ή ακόμα και πρόθεση για εγκατάσταση. Παρ’ όλα αυτά, το κόμμα μας δεν εφησυχάζει με την κατάσταση που επικρατεί και δεν τη θεωρεί μόνιμη ή σταθερή. Στην ελληνοκυπριακή πλευρά αναπτύσσονται τάσεις και επικρατούν ενίοτε απόψεις και πολιτικές, με πιο πρόσφατο παράδειγμα το κλείσιμο των οδοφραγμάτων κατά την περίοδο της πανδημίας, καθώς και με το πρόσχημα της μετανάστευσης, που επιζητούν να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν σημαντικά την ελεύθερη διακίνηση και την επικοινωνία των δύο κοινοτήτων.

Ως πολιτικός σχηματισμός είμαστε σαφώς υπέρ της εφαρμογής νέων, πρακτικών και ουσιαστικών Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, της διάνοιξης περισσότερων οδοφραγμάτων και της ενθάρρυνσης της επανεγκατάστασης πολιτών σε περιοχές του νησιού που δεν ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία. Το κόμμα μας υποστηρίζει τις προτάσεις των Ηνωμένων Εθνών που αποσκοπούν στην εμπλοκή των Γυναικών στη διαδικασία της λύσης, και στην προσέγγιση των εκπαιδευτικών συστημάτων των δύο κοινοτήτων σε ό,τι αφορά τη διδασκαλία της Ιστορίας. Συνολικά, φιλοδοξούμε να εκμεταλλευτούμε κάθε σχέδιο, πρόγραμμα ή πρωτοβουλία του ΟΗΕ, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων διεθνών οργανισμών που στοχεύουν στη δημιουργία συνθηκών λύσης. Θεωρούμε πως, όπως έχουν εξελιχθεί και δομηθεί πολιτειακά οι δύο κοινότητες, η επανένωση και η ομοσπονδοποίηση του νησιού μπορεί να επέλθει σχετικά ομαλά, χωρίς να ανατρέπεται η καθημερινότητα των πολιτών και η σχέση τους με το κράτος. Αυτό που σίγουρα θα ανατραπεί και θα παρέλθει σε περίπτωση λύσης του Κυπριακού, ευελπιστούμε ανεπιστρεπτί, είναι η ανασφάλεια που προκαλεί η αντιπαράθεση των δύο κοινοτήτων και πιθανότητα πολεμικής σύγκρουσης· όχι μόνο τοπικά αλλά και περιφερειακά, και ιδιαίτερα ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία. Εκτιμούμε πως η λύση θα είναι ευεργετική για το σύνολο των κατοίκων του νησιού, θα επιτρέψει στη χώρα μας να παίξει ένα πολύ πιο σημαντικό ρόλο και να οικοδομήσει ένα περιβάλλον ελευθερίας, πλουραλισμού και ανάπτυξης για όλους.

7.    Η πολιτική μας πρόταση

Η συμβολή του χώρου μας στον πολιτικό πολιτισμό του νησιού είναι η υπέρβαση των παραδοσιακών ιδεολογικών γραμμών, ώστε να επιτευχθεί ο μεγάλος στόχος της λύσης του Κυπριακού. Ερχόμαστε από διαφορετικούς χώρους, από την Κεντροδεξιά, την Κεντροαριστερά και την Οικολογία, και αναγνωρίζουμε πως οι ιδεολογικές περιχαρακώσεις δεν επέτρεψαν μέχρι τώρα στις πολιτικές δυνάμεις να δουν καθαρά τις μεγάλες ανάγκες του τόπου και να συνεργαστούν προς αυτή την κατεύθυνση. 

Το κόμμα μας θέτει ως βασικό και αμετάθετο στόχο την προετοιμασία της κοινωνίας για λύση του Κυπριακού, τη σύντομη κατάληξη σε μια συνολική συμφωνία, και τη στήριξη της διαδικασίας επανένωσης και ομοσπονδοποίησης κατά τα πρώτα χρόνια της εφαρμογής της.

8.    Ο σκοπός μας

Το πολύπλοκο αλλά και βαθιά ριζωμένο μας πρόβλημα χρειάζεται να αντιμετωπιστεί έξω από τις παραδοσιακές πολιτικές και τα στενά όρια που επιβάλλει η  μονολιθική ιδεολογία που επικρατεί. Δεν θα ήταν υπερβολικό να υποστηριχθεί πως η διαιώνιση του Κυπριακού είναι αποτέλεσμα της διαπλοκής και των αντιδημοκρατικών νοοτροπιών των ηγεσιών μας διαχρονικά. H διαφθορά και ο εθνικισμός οδηγούν σε έναν φαύλο κύκλο που ταλανίζει τους πολίτες και δεν τους επιτρέπει να απολαύσουν μια μεγαλύτερη και ειρηνική πατρίδα. Θύμα αυτής της πολιτικής κουλτούρας είναι και η περίκλειστη πόλη των Βαρωσίων. Το ελληνοκυπριακό πολιτικό σύστημα, επινοώντας σε αυτή την περίπτωση την έννοια της «Αμμοχωστοποίησης», δεν αξιολόγησε τις ευκαιρίες που προσφέρθηκαν για απόδοση της πόλης στους νόμιμους κατοίκους της, και απέρριψε δέσμες μέτρων που θα προετοίμαζαν το έδαφος για την οικοδόμηση ενός κοινού μέλλοντος, με πρότυπο συνύπαρξης και συνεργασίας την Αμμόχωστο.

Η δική μας εκτίμηση είναι πως για όσο συνεχίζουμε να αποφεύγουμε τα τολμηρά βήματα στο Κυπριακό, και με το ανεξέλεγκτο κατ’ ουσία «δίκαιο της ανάγκης» σε πλήρη ανάπτυξη, οι δυνατότητες και οι πιθανότητες για σημαντικές αλλαγές μειώνονται δραματικά. Ως κόμμα σκοπεύουμε να καταδείξουμε και να αντιμετωπίσουμε με πολιτικό τρόπο αυτόν τον φαύλο κύκλο, αναδεικνύοντας συγχρόνως τη φιλοσοφία και τους τρόπους με τους οποίους μπορεί η κοινωνία να αποδράσει από την προδιαγραφόμενη πορεία προς τη διχοτόμηση και την ανυποληψία της χώρας μας. Στη δική μας αντίληψη, δεν νοείται μια μεγάλη αλλαγή στην Κύπρο χωρίς την τεκμηριωμένη αμφισβήτηση των πολιτικών που υποθηκεύουν το μέλλον των νέων γενεών στον αλυτρωτισμό και την κομματοκρατία περασμένων εποχών, συχνά μάλιστα σε σύγκρουση με τις ευρωπαϊκές αξίες και τα καλώς νοούμενα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού μας.

9.      Οι στόχοι μας

Το κόμμα μας θέτει τρεις βασικούς στόχους προκειμένου να εξυπηρετήσει τον σκοπό του:

  • Πρώτος στόχος είναι να εδραιώσουμε την αντίληψη ότι η ασφάλεια, η ευημερία και η προοπτική των πολιτών της Κύπρου μπορεί να διασφαλιστεί μόνο με την λύση του Κυπριακού.

  • Δεύτερος στόχος είναι η οργάνωση του κομματικού μας χώρου στον μέγιστο δυνατό βαθμό, έτσι ώστε να μπορέσει να διεκδικεί με αξιώσεις την πολιτική του αντιπροσώπευση μέσω των Βουλευτικών εκλογών και των άλλων πολιτειακών αρχαιρεσιών. Ο στόχος αυτός προϋποθέτει από μόνος του μια σειρά από επιμέρους στοχεύσεις που αφορούν την επαρχιακή και την ευρύτερη στελέχωση, καθώς και τη λειτουργία των δομών και της επικοινωνίας του κόμματος.

  • Τρίτος και παράλληλος στόχος είναι η πρόταξη του δικοινοτικού μας χαρακτήρα και να τον περάσουμε μέσα από το καμίνι των πολιτικών διεργασιών και των δύο κοινοτήτων. Αναγνωρίζουμε τις μεγάλες θυσίες της τουρκοκυπριακής κοινότητας και ιδιαίτερα της μερίδας εκείνης που βρέθηκε ανάμεσα στις συμπληγάδες του τουρκικού και του ελληνικού εθνικισμού.

Είμαστε ένα  κόμμα που βγαίνει από το σήμερα, προσδοκώντας να δώσει λύσεις στα προβλήματα των πολιτών, και αντιλαμβανόμαστε ότι το άλυτο κυπριακό επηρεάζει κάθε πτυχή της ζωής μας. Είμαστε ένα κόμμα καθαρό, χωρίς σχέσεις και εξαρτήσεις με το κατεστημένο, ένας ανοικτός πολιτικός χώρος με διάφανες διαδικασίες και ανθρωπιστικές φιλοδοξίες, ένας χώρος ικανός να αποτελέσει την επιλογή για όσους συμπολίτες μας οραματίζονται μια ειρηνική, σύγχρονη και Ευρωπαϊκή Κύπρο.

Θέματα

5+1 Προκλήσεις

Το Volt έχει εντοπίσει και καθορίσει 5+1 στόχους που πρέπει να επιτευχθούν, για να βελτιωθεί η ποιότητα της δημοκρατίας, της οικονομίας και της κοινωνικής προστασίας, στην Κύπρο και στην Ευρώπη συνολικά.

Οι στόχοι που πρέπει να επιτευχθούν στη χώρας μας είναι πρακτικά κοινοί σε όλα τα κράτη της Ευρώπης, αλλά η αντιμετώπισή τους μπορεί να προσαρμοστεί σε εθνικό επίπεδο, λαμβάνοντας υπόψη τις τοπικές πραγματικότητες και ιδιαιτερότητες.

Ο στόχος +1 αφορά την πρόταση του πανευρωπαϊκού κινήματος Volt Europa για τη μεταρρύθμιση, την ομοσπονδοποίηση και την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής ένωσης, και είναι ταυτόσημος σε όλα τα εθνικά προγράμματα.

Δείτε το χαρτοφυλάκιο πολιτικών
  • 01

    Έξυπνο Κράτος

    Η κατάρτιση και η ψηφιοποίηση είναι τα κλειδιά του 21ου αιώνα.

  • 02

    Οικονομική Αναγέννηση

    Η καινοτομία στην οικονομική ανάπτυξη είναι η κινητήρια δύναμη της κοινωνικής προόδου

  • 03

    Κοινωνική Ισότητα

    Καμιά και κανένας δεν πρέπει να μείνει πίσω, ανεξάρτητα από το φύλο, το εισόδημα, τη θρησκεία ή την καταγωγή τους.

  • 04

    Παγκόσμια Ισορροπία

    Η Ευρώπη πρέπει να αναλάβει την ευθύνη που της αναλογεί για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πλανήτης

  • 05

    Ενδυνάμωση του Πολίτη

    Οι πολίτες πρέπει να ενδυναμωθούν ώστε να επηρεάζουν την πολιτική και πέρα από τη συμμετοχή τους στις εκλογικές διαδικασίες

  • +1

    Μεταρρύθμιση της ΕΕ

    Αγαπάμε την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν περιθώρια για βελτίωση