Ευθανασία
Ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να μπορεί να αποφασίσει για τον τερματισμό της ζωής του με αξιοπρέπεια. Προς τούτο να θεσπιστούν νόμοι, κανονισμοί και ασφαλιστικές δικλείδες.
Το τέλος της ζωής ενός ανθρώπου είναι μια βαθιά υπαρξιακή διαδικασία που δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια απλή ιατρική διαδικασία.
Το Volt πιστεύει ότι κάθε άτομο έχει το δικαίωμα να αποφασίσει πώς να τερματίσει τη ζωή του με αξιοπρέπεια, εφόσον δεν βλάπτεται η ζωή άλλου ατόμου. Θα πρέπει να είναι διαθέσιμη και προσβάσιμη μια ευρεία γκάμα υποστήριξης για τα άτομα που ζητούν βοήθεια, εκτός από την ιατρική φροντίδα, π.χ. παρηγορητική ιατρική για την ανακούφιση του πόνου, νοσοκομεία για ψυχολογική ή πνευματική υποστήριξη ή ευέλικτο ωράριο εργασίας για να επιτρέπεται στα μέλη της οικογένειας να φροντίζουν τους ετοιμοθάνατους συγγενείς. Σε ακραίες περιπτώσεις «σταθερού και αβάσταχτου σωματικού ή ψυχικού πόνου που δεν μπορεί να ανακουφιστεί», ένα άτομο μπορεί να ζητήσει βοήθεια για να τερματίσει τη ζωή του και αξίζει να υποστηριχθεί σε αυτό με αξιοπρέπεια.
Διακρίνουμε τρεις μορφές τερματισμού της ζωής κατόπιν αιτήματος:
Παθητική Ευθανασία: Η παθητική ευθανασία συμβαίνει όταν το άτομο πεθαίνει επειδή οι ιατροί είτε δεν κάνουν τα απαραίτητα για να το κρατήσουν ζωντανό είτε σταματούν να κάνουν κάτι που το κρατά ζωντανό, όπως το να απενεργοποιούν μηχανήματα υποστήριξης ζωής, να αποσυνδέουν σωλήνα σίτισης, να μην πραγματοποιούν επέμβαση που παρατείνει τη ζωή ή να μην χορηγούν φάρμακα που παρατείνουν τη ζωή.
Ιατρικά υποβοηθούμενος Θάνατος: Ένα άτομο κάνει το αίτημα από τη δική του ελεύθερη βούληση, χωρίς εξαναγκασμό ή πίεση από άλλους, και με πλήρη πεποίθηση να τερματίσει τη ζωή του, και ζητά επαγγελματική (συνήθως ιατρική) βοήθεια. Πριν από τον ιατρικά υποβοηθούμενο θάνατο, το άτομο θα πρέπει πρώτα να έχει την ευκαιρία να εξετάσει άλλες διαθέσιμες επιλογές ζωής και θανάτου. Στο τέλος, το άτομο παραμένει πλήρως σε έλεγχο της διαδικασίας και είναι αποκλειστικά υπεύθυνο για τον θάνατό του. Ο ρόλος του ιατρού είναι να προμηθεύει, αλλά όχι να χορηγεί, το θανατηφόρο φάρμακο.
Ενεργητική Ευθανασία: Η ενεργητική ευθανασία συμβαίνει όταν ένας γιατρός ή άλλο άτομο χορηγεί σκόπιμα μια θανατηφόρα δόση φαρμάκου για να προκαλέσει τον θάνατο του ασθενούς κατόπιν αιτήματος του ασθενούς και με πλήρη, ενημερωμένη συναίνεση. Η κύρια διαφορά μεταξύ του ιατρικά υποβοηθούμενου θανάτου και της ενεργητικής ευθανασίας είναι ότι η ενεργητική ευθανασία είναι πλήρως μεσολαβούμενη από ιατρό, συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης της θανατηφόρου δόσης, ενώ τα άτομα που επιλέγουν τον ιατρικά υποβοηθούμενο θάνατο, χορηγούν τη θανατηφόρο δόση στον εαυτό τους.
Το Volt υποστηρίζει τις ακόλουθες πολιτικές:
Νομιμοποίηση της παθητικής ευθανασίας: Επίσης, να νομιμοποιηθούν οι διαθήκες ζωής για να καθοδηγούν τις αποφάσεις για την παθητική ευθανασία για άτομα που επιθυμούν την εκτέλεση της παθητικής ευθανασίας για άτομα που βρίσκονται σε μια συγκεκριμένη κατάσταση που θεωρούν αβάσταχτη, που είναι ανίατη και χωρίς προοπτική βελτίωσης, και στην οποία το άτομο είναι ανίκανο να πάρει απόφαση για τον εαυτό του.
Νομιμοποίηση του ιατρικά υποβοηθούμενου θανάτου για ικανούς ενήλικες που
υποφέρουν από «συνεχή και αβάσταχτο σωματικό ή ψυχικό πόνο που δεν μπορεί να ανακουφιστεί».
Πρέπει να διασφαλιστεί ότι πληρούνται τα εξής κριτήρια πριν επιτραπεί ο ιατρικά υποβοηθούμενος θάνατος:
Το άτομο είναι ικανός ενήλικας που υποφέρει από «συνεχή και αβάσταχτο σωματικό ή ψυχικό πόνο που δεν μπορεί να ανακουφιστεί». Νοείται ότι ο ασθενής θα είναι ανίατος πάσχοντας.
Το άτομο υποβάλλεται σε προγενέστερη αξιολόγηση από τουλάχιστον δύο ανεξάρτητους γιατρούς και έναν ψυχίατρο (η επιλογή του ιατροσυμβουλίου μπορεί να συζητηθεί) . Πρέπει να επιβεβαιώσουν ότι το άτομο είναι ικανός ενήλικας που υποφέρει από «συνεχή και αβάσταχτο σωματικό ή ψυχικό πόνο που δεν μπορεί να ανακουφιστεί», και ότι το αίτημα γίνεται από δική του ελεύθερη βούληση, χωρίς εξαναγκασμό ή πίεση από άλλα άτομα.
Το αίτημα του ατόμου πρέπει να γίνεται με σοβαρότητα και πλήρη πεποίθηση, όπως διαπιστώνεται κατά την προγενέστερη αξιολόγηση.
Εάν το άτομο είναι ανήλικο, επιτρέπεται ο ιατρικά υποβοηθούμενος θάνατος μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με τη συγκατάθεση των γονέων εάν είναι κάτω των 16 ετών και με την τουλάχιστον ενημέρωση των γονέων εάν είναι κάτω των 18 ετών, καθώς και με επιβεβαίωση από τουλάχιστον δύο ανεξάρτητους γιατρούς και έναν ψυχίατρο ότι το ανήλικο άτομο είναι ικανό να λάβει μια τέτοια απόφαση.
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, πρέπει να διασφαλιστεί ότι:
Το άτομο παραμένει σε πλήρη έλεγχο της διαδικασίας. Ο ρόλος του ιατρού είναι να προμηθεύει, αλλά όχι να χορηγεί, το θανατηφόρο φάρμακο.
Εφόσον το επιθυμεί ο ασθενής, επιτρέπεται η παρουσία μελών της οικογένειας και φίλων.
Δημιουργείται επιτροπή μεταγενέστερης αξιολόγησης όλων των περιπτώσεων ιατρικά υποβοηθούμενων θανάτων, αποτελούμενη τουλάχιστον από έναν ιατρικό εμπειρογνώμονα, έναν ειδικό σε θέματα ηθικής και έναν νομικό. Κάθε περίπτωση πρέπει να αναφέρεται υποχρεωτικά.
Να δημοσιοποιούνται τα ονόματα των γιατρών που είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν. Να διασφαλιστεί ότι κανένας γιατρός δεν υποχρεούται να συμμετάσχει στη διαδικασία.
Αυστηρή αντίθεση στην ενεργητική ευθανασία, με μία εξαίρεση:
Να επιτρέπεται η ενεργητική ευθανασία μόνο όταν το άτομο πληροί όλες τις προϋποθέσεις για ιατρικά υποβοηθούμενο θάνατο (βλ. παραπάνω διατάξεις), αλλά έχει σωματική αναπηρία τέτοια που να καθιστά αδύνατη τη χορήγηση της θανατηφόρας δόσης από το ίδιο το άτομο. Η παρέμβαση του γιατρού πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο περιορισμένη.
Το Volt αντιτίθεται στη νομιμοποίηση της ενεργητικής ευθανασίας, καθώς πρόκειται για ένα εξαιρετικά αμφιλεγόμενο ζήτημα που εγείρει ηθικά και νομικά ζητήματα, ιδίως λόγω του γεγονότος ότι ένα άλλο πρόσωπο εκτελεί την πράξη που οδηγεί στον θάνατο ενός ανθρώπου.